This website uses cookies so that we can provide you with the best user experience possible. Cookie information is stored in your browser and performs functions such as recognising you when you return to our website and helping our team to understand which sections of the website you find most interesting and useful.
Καρκίνος Μαστού
Τι είναι ο καρκίνος του μαστού;
Ο καρκίνος του μαστού είναι μία κακοήθης ασθένεια της οποίας τα αίτια δεν είναι ξεκάθαρα, ωστόσο υπάρχουν παράγοντες που συντελούν στην ανάπτυξή του. Πρόκειται για την πιο συχνή μορφή καρκίνου που εμφανίζεται στις γυναίκες σε ποσοστό 12%. Ο καρκίνος μαστού είναι η δεύτερη αιτία θανάτου από καρκίνο μετά από τον καρκίνο του πνεύμονα.
Παρόλα αυτά, τα ποσοστά θανάτου από τον καρκίνο μαστού έχουν μειωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό λόγω της έγκαιρης διάγνωσης αλλά και της εξέλιξης των μεθόδων αντιμετώπισής του.
Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου του μαστού
Οι γυναίκες θα πρέπει να λάβουν από πολύ νωρίς ενημέρωση που αφορούν στους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση του καρκίνου του μαστού. Με αυτόν τον τρόπο, οι πιθανότητες για καλύτερη πρόληψη, έγκαιρη διάγνωση και άρα άμεση αποτελεσματική αντιμετώπιση αυξάνονται.
Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
- Ηλικία
Το 80% των περιπτώσεων όπου θα εμφανιστεί ο καρκίνος του μαστού είναι σε γυναίκες άνω των 50 ετών. - Κληρονομικότητα
Αν έχει προσβληθεί συγγενής α’ βαθμού από καρκίνο του μαστού ή τραχήλου της μήτρας, τότε υπάρχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να παρουσιαστεί. - Κακή διατροφή και κατανάλωση ουσιών
Το λίπος στο πάνω μέρος του σώματος, το κάπνισμα και η συχνή κατανάλωση οινοπνευματωδών ουσιών ευνοούν την εμφάνιση της νόσου. - Παχυσαρκία
Ειδικότερα στις περιπτώσεις των γυναικών μετά την εμμηνόπαυση όπου δημιουργείται συχνά παχυσαρκία και μεγεθύνεται η μάζα στον αδένα του μαστού. - Ηλικία τοκετού ή μη τεκνοποίηση
Η τεκνοποίηση σε μεγάλη ηλικία, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Επίσης γυναίκες που δεν έχουν τεκνοποιήσει εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
Συμπτώματα Καρκίνου του Μαστού
Τα συμπτώματα που παρουσιάζονται με τον καρκίνο του μαστού είναι:
- Συμπαγής όγκος. Αποτελεί το κύριο και βασικότερο σύμπτωμα. Ο όγκος δεν μετακινείται, ενώ μπορεί να προκαλεί πόνο.
- Αλλαγή σχήματος του μαστού. Αυτό μπορεί να συμβεί και σε περιπτώσεις που δεν αφορούν στη νόσο, όπως είναι η εγκυμοσύνη, η εμφάνιση κύστης κ.α.
- Θηλή στραμμένη προς το εσωτερικό μέρος.
- Έκκριση υγρού από τη θηλή. Το υγρό μπορεί να είναι αίμα ή απλό πύο.
- Αλλοίωση στο δέρμα. Αφορά στην περιοχή πάνω από τον όγκο.
Διάγνωση για τον Καρκίνο του Μαστού
Η διάγνωση αρχικά πραγματοποιείται είτε μέσω της αυτοεξέτασης από τη γυναίκα όπου παρατηρεί ανωμαλία στο μαστό είτε από εξειδικευμένο ιατρό. Επίσης, ο όγκος μπορεί να διαπιστωθεί μέσα από τον προληπτικό έλεγχο μέσω μαστογραφίας. Η μαστογραφική εξέταση αποτελεί τον πιο ενδεδειγμένο τρόπο διάγνωσης του καρκίνου του μαστού σε πρώιμο στάδιο. Αυτό συμβαίνει διότι τα συμπτώματα στο αρχικό στάδιο είναι μηδενικά, ενώ το πολύ μικρό μέγεθος του όγκου μπορεί να μην είναι δυνατό να εντοπιστεί με την απλή ψηλάφηση. Παρόλα αυτά, στις νεότερες ηλικίες, η μαστογραφία μπορεί να μην είναι επαρκής για την ανάδειξη της νόσου λόγω της πυκνότητας του μαστού. Έτσι, κρίνεται αναγκαίο το υπερηχογράφημα.
Η διάγνωση ολοκληρώνεται με τη βιοψία.
Καρκίνος Μαστού – Θεραπεία
Η θεραπεία για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού πραγματοποιείται μέσα από τη χειρουργική αφαίρεση του όγκου, καθώς και ακτινοθεραπεία. Στις περισσότερες περιπτώσεις η θεραπεία συνοδεύεται από χημειοθεραπεία και ορμονοθεραπεία. Σε αντίθεση με παλιότερα που η χειρουργική επέμβαση γινόταν μέσω μαστεκτομής (ακρωτηριασμός), τα τελευταία χρόνια ο τρόπος έχει διαφοροποιηθεί. Έτσι, η μέθοδος που συχνά ακολουθείται, δίνει τη δυνατότητα αφαίρεσης του όγκου διατηρώντας τον μαστό.
Τα τελευταία χρόνια, επίσης, ο λεμφικός καθαρισμός που ακολουθεί την επέμβαση αφαίρεσης όγκου του μαστού, έχει αντικατασταθεί από μια μέθοδο που δεν επιβαρύνει τον ασθενή μετεγχειρητικά. Στόχος του λεμφικού καθαρισμού είναι η αποτροπή της επέκτασης του καρκίνου, όμως αυτή η μέθοδος προκαλεί πόνο, πρήξιμο, μούδιασμα, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο για παράλυση του άνω άκρου. Σήμερα, η διαδικασία έχει απλοποιηθεί με τη δυνατότητα εντοπισμού του πρώτου μασχαλιαίου λεμφαδένα (φρουρός λεμφαδένας) και ακολούθως την στοχευμένη λεμφαδενεκτομή, μόνο εάν αυτό είναι ενδεδειγμένο.