Υπερπαραθυρεοειδισμός

Ο υπερπαραθυρεοειδισμός αναφέρεται στην πάθηση υπερλειτουργίας ενός ή περισσότερων παραθυρεοειδών αδένων. Πρόκειται για την υπερβολική παραγωγή της παραθορμόνης (PTH), κάτι που μπορεί να προκαλέσει αύξηση στα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα και να οδηγήσει σε υπερασβεστιαιμία.

Εμφανίζεται πιο συχνά σε ανθρώπους μεταξύ 50 και 70 ετών και κυρίως σε γυναίκες που διανύουν τη μετεμμηνοπαυσιακή περίοδο. Η αντιμετώπισή του είναι πολύ σημαντική, καθώς σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να μειωθεί το προσδόκιμο ζωής κατά 5 χρόνια.

Παραθυρεοειδείς Αδένες – Τι είναι;

Οι παραθυρεοειδείς αδένες βρίσκονται στην περιοχή ακριβώς πίσω από τον θυρεοειδή αδένα και παράγουν την παραθορμόνη. Η ορμόνη αυτή βοηθάει στον έλεγχο των επιπέδων ασβεστίου και φωσφόρου στον οργανισμό. Συνήθως, υπάρχουν τέσσερις παραθυρεοειδείς αδένες, οι οποίοι βρίσκονται στα εξωτερικά όρια του θυρεοειδούς αδένα στο πρόσθιο μέρος του λαιμού.

Πώς προκαλείται ο υπερπαραθυρεοειδισμός;

Υπάρχουν δύο τύποι υπερπαραθυρεοειδισμού, οι οποίοι προκαλούν την πάθηση:

  1. Πρωτοπαθής – Οι παραθυρεοειδείς αδένες παράγουν ξαφνικά υπερβολική ποσότητα παραθορμόνη, η οποία προκαλεί αύξηση του επιπέδου ασβεστίου στο αίμα.
  2. Δευτεροπαθής – Η υπερλειτουργία των παραθυρεοειδών αδένων προκύπτει σαν συνέπεια διαταραχών στο μεταβολισμό του ασβεστίου και της Βιταμίνης D. Δηλαδή, τα επίπεδα ασβεστίου (ή και της βιταμίνης D) παραμένουν χαμηλά και έτσι ο παραθυρεοειδής αδένας αναγκάζεται να υπερλειτουργεί, σε μια προσπάθεια να τα διατηρήσει το ασβέστιο του αίματος σε φυσιολογικά επίπεδα.

Η αιτία του πρωτογενούς υπερπαραθυρεοειδισμού δεν είναι ξεκάθαρη.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, προκαλείται εξαιτίας καλοήθους, μη καρκινικού, όγκου σε έναν παραθυρεοειδή αδένα. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται «αδένωμα».
 
Μία ακόμα αιτία που θεωρείται ότι προκαλεί υπερπαραθυρεοειδισμό είναι η υπερπλασία των αδένων, δηλαδή όταν δύο ή περισσότεροι αδένες αυξάνονται σε μέγεθος.

Υπερπαραθυρεοειδισμός – Ποια είναι τα συμπτώματα;

Σε πολλές περιπτώσεις, τα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού δεν είναι εμφανή. Πάρα πολλοί ασθενείς μπορεί να περάσουν χρόνια μέχρι να εμφανίσουν κάποιο σύμπτωμα, ενώ όταν αυτά παρουσιαστούν, συχνά οδηγούν σε εσφαλμένη διάγνωση διαφορετικής πάθησης.

Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα σε ήπιας μορφής υπερπαραθυρεοειδισμό είναι:

  • Πόνος στις αρθρώσεις
  • Μυϊκή αδυναμία
  • Κόπωση
  • Κατάθλιψη
  • Έλλειψη συγκέντρωσης
  • Ανορεξία

Σε πιο σοβαρά περιστατικά της πάθησης, τα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • Ναυτία και έμετος
  • Έντονη σύγχυση
  • Αυξημένη δίψα και ανάγκη για ούρηση

 Άλλες επιπλοκές που μπορεί να προκληθούν εξαιτίας του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι:

  • Πέτρα στα νεφρά
  • Οστεοπόρωση
  • Μειωμένη νεφρική λειτουργία (το νεφρό δυσκολεύεται να φιλτράρει το αίμα)

Διάγνωση

Η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού γίνεται από εξειδικευμένο ενδοκρινολόγο. Συνήθως, τίθεται έπειτα από αιματολογικές εξετάσεις οι οποίες αναδεικνύουν αυξημένα επίπεδα ασβεστίου ή παραθορμόνης (PTH).

Ο γιατρός θα καταγράψει το ιστορικό και τη συμπτωματολογία του ασθενούς και κατόπιν αξιολόγησης των αιματολογικών εξετάσεων, θα τον παραπέμψει σε απεικονιστικό έλεγχο. Για τον ακριβή εντοπισμό της πάθησης στον αδένα, ο απεικονιστικός έλεγχος θα πρέπει να διενεργηθεί μέσω υπερηχογραφήματος και ειδικού σπινθηρογραφήματος.

Θεραπεία Υπερπαραθυρεοειδισμού

Η θεραπεία του υπερπαραθυρεοειδισμού επιτυγχάνεται μέσω χειρουργικής επέμβασης όπου αφαιρούνται οι πάσχοντες αδένες. Μόλις ολοκληρωθεί η επέμβαση, ο ασθενής απαλλάσσεται άμεσα από τα συμπτώματα, ενώ προλαμβάνονται πιθανές επιπλοκές που προκαλούνται με την ύπαρξη της πάθησης.

Πλέον, οι σύγχρονες χειρουργικές τεχνικές προσφέρουν διαδικασίες ελάχιστης επεμβατικότητας και μειωμένης ταλαιπωρίας του ασθενούς.
Μέσω πολύ μικρών τομών εισέρχονται ειδικά μικροσκοπικά εργαλεία, τα οποία κατευθύνονται με ακρίβεια προς την προσβεβλημένη περιοχή.

Στην περίπτωση υπερπλασίας σε όλους τους παραθυρεοειδείς αδένες, η επέμβαση περιλαμβάνει την αφαίρεσή τους σχεδόν ολικώς (περίπου 90%).